-
1 περι-θέω
περι-θέω (s. ϑέω), herumlaufen; Hom. nur in tmesi, περὶ δὲ χρύσεος ϑέε πόρκης Il. 6, 320, vgl. Od. 24, 208; τεῖχος περιϑέει, die Mauer geht herum, Her. 1, 181; ὁ περὶ τὴν νῆσον περιϑέων, Plat. Critia. 115 e; περιϑέοντες ἐν κύκλῳ τὴν πόλιν, Luc. Nigr. 22; Plut. oft; auch τοῖς βωμοῖς, Hdn. 5, 5.
-
2 περιθέω
περι-θέω, herumlaufen; τεῖχος περιϑέει, die Mauer geht herum
См. также в других словарях:
έσωθεν — (ΑΜ ἔσωθεν, Α σπαν. και ἔσωθε και μόνο στον Ιπποκρ. εἴσωθεν) επίρρ. 1. από μέσα («ακούεται φωνή έσωθεν») νεοελλ. από το εσωτερικό μέρος, από την εσωτερική όψη («ο μανδύας είναι επενδεδυμένος έσωθεν διά δέρματος») μσν. 1. στα σωθικά, μέσα στην… … Dictionary of Greek